ΔΗΜHΤΡΗΣ ΔΡΑΓΑΤAΚΗΣ
1914-2001
Ο Δημήτρης Δραγατάκης κράτησε στα χέρια του ένα βιολί σε μικρή ηλικία. Το βιολί τον οδήγησε στη μουσική και η μουσική τον οδήγησε στην Αθήνα και το Εθνικό Ωδείο. Η μουσική άρθρωσε τη ζωή του και έντυσε με το νόημά της κάθε του πράξη και επιλογή ιδωμένη πίσω από τις τέσσερις χορδές. Κάθισε στο αναλόγιο της ορχήστρας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής 21 χρόνια1 παίζοντας βιόλα. Από τα παιδικά χρόνια στην Ήπειρο και το πρώτο του βιολί, το αυτοσχέδιο βιολί από φύλλα καλαμποκιάς, μέχρι την παρτιτούρα του Κουαρτέτου αρ.7 για έγχορδα που κρατούσε στα χέρια του λίγες ώρες πριν φύγει από τη ζωή. Ο ήχος των εγχόρδων εξέφρασε όσο κανένας άλλος τις σκέψεις του Δημήτρη Δραγατάκη και η σειρά των Κουαρτέτων του για έγχορδα είναι το πλέον ολοκληρωμένο συνθετικό του πόνημα. Ο Δραγατάκης, αν και άρχισε να γράφει συστηματικά μουσική στην τέταρτη δεκαετία της ζωής του, υπήρξε πάντοτε συνθέτης. Ο ίδιος αποκαλούσε τον εαυτόν του «ον μηρυκαστικό». Συνέλεξε εμπειρία και γνώση, λόγια που δεν χωρούσαν σε λέξεις, εικόνες που δεν ταίριαζαν σε καμιά περιγραφή, μνήμες που θα γέμιζαν ακόμη μια ζωή.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Δημήτρης Δραγατάκης γεννήθηκε στο χωριό Πλατανούσα της Ηπείρου στις 22 Ιανουαρίου 1914. Οι γονείς του, Λεωνίδας Δραγατάκης και Ελένη Ζαρκάδα, ανήκαν στη γενιά που διατηρούσε αναλλοίωτη τη δημοτική μουσική παράδοση, ως στοιχείο της καθημερινής τους ζωής.
Πρώτος από επτά αδέλφια, έδειξε από μικρή ηλικία ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους φυσικούς ήχους και τη μουσική παράδοση του τόπου του. Ο ασταμάτητος βόμβος του ποταμού Αράχθου στη βάση του χωριού, ο αντίλαλος από τα κουδούνια των κοπαδιών στα γύρω βουνά, τα αυτοσχέδια μουσικά όργανα και η μουσική παράδοση της περιοχής, τον ευαισθητοποίησαν καθοριστικά στον ήχο και στη διαμόρφωση της αντίληψής του για τη μουσική.
Μετά την ολοκλήρωση της βασικής εκπαίδευσης στη γενέτειρά του αλλά και μιας ετήσιας σειράς μαθημάτων βιολιού στα Ιωάννινα, ο Δημήτρης Δραγατάκης, με πρωτοβουλία του πατέρα του, ήρθε στην Αθήνα το 1928, σε ηλικία 14 ετών, με τον αδελφό του Νικόλαο για να σπουδάσουν μουσική στο Εθνικό Ωδείο. Ο Μανώλης Καλομοίρης, ιδρυτής και διευθυντής του Εθνικού Ωδείου, εκτιμώντας το ταλέντο αλλά και τις βιοποριστικές δυσκολίες των δύο αδελφών, στάθηκε αρωγός στην ολοκλήρωση των σπουδών τους. Ο Δημήτρης Δραγατάκης σπούδασε βιολί με τον Γ. Ψύλλα και αποφοίτησε τον Ιούνιο του 1938 με πτυχίο βιολιού με Άριστα παμψηφεί και χρηματικό έπαθλο της Διεύθυνσης του Ωδείου. Έκτοτε δίδαξε βιολί στο Εθνικό Ωδείο ως το 1947 αλλά και σε διάφορα παραρτήματα του Ωδείου ως το 1941. Παράλληλα συνέχισε τις σπουδές του στα Ανώτερα Θεωρητικά της μουσικής (τάξη Μιχάλη Βούρτση) και έλαβε πτυχίο Αρμονίας τον Ιούνιο 1940 με Άριστα και χρηματικό έπαθλο. Με προτροπή του Μ. Καλομοίρη στράφηκε στη βιόλα και το Μάιο του 1944 προσλαμβάνεται και παραμένει μέχρι το 1947 στην ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής όπου ο Μ. Καλομοίρης τελούσε Καλλιτεχνικός Διευθυντής. Το 1946 παντρεύεται με την Ηρώ Αϊβαλιώτη, επίσης βιολονίστα. Το 1949 ξεκινά μαθήματα Σύνθεσης, Αντίστιξης και Φούγκας με τον Λ. Ζώρα και τον Μ. Καλομοίρη στο Εθνικό Ωδείο, απ’ όπου λαμβάνει το αντίστοιχο Πτυχίο τον Ιούνιο του 1955.
Από το 1949 επίσης ως το 1957 εργάζεται και πάλι στο Εθνικό Ωδείο ως δάσκαλος βιολιού. Από το 1951 αρχίζει η δεύτερη περίοδος συνεργασίας του με την ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και συνεχίζεται μέχρι το 1969. Το Φεβρουάριο 1952 ο Δραγατάκης γίνεται τακτικό μέλος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών. Από το 1977 αρχίζει εκ νέου η συνεργασία του Δραγατάκη με το Εθνικό Ωδείο, ως καταξιωμένου πλέον συνθέτη, με τις ιδιότητες του Καθηγητή Ανωτέρων Θεωρητικών, του Εφόρου της Σχολής Ανωτέρων Θεωρητικών (1983-1995), του μέλους της Καλλιτεχνικής Επιτροπής (1983-2001) και του Διοικητικού Συμβουλίου του Ωδείου (1985-2001). Από
την άνοιξη του 1977 συμμετέχει στο Δ.Σ. της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών. Το 1980 ο Δραγατάκης ορίζεται μέλος του Ειδικού Ταμείου Οργανώσεως Συναυλιών (Ε.Τ.Ο.Σ.) της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, θέση που διατήρησε έως το θάνατό του. Το 1995 ο Δραγατάκης εκλέγεται Αντιπρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών (Ε.Ε.Μ.), θέση την οποία διατηρεί ως το Μάρτιο του 2001, οπότε ανακηρύσσεται ομόφωνα ισόβιος Επίτιμος Πρόεδρος της Ένωσης. Το 1997 του απονέμεται το βραβείο «Μαρία Κάλλας» από το Γ΄ Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και δύο χρόνια αργότερα το βραβείο «Εις μνήμην Γ. Παπαϊωάννου» της Ακαδημίας Αθηνών. Από το Φεβρουάριο 1999 και έως το θάνατό του, τελεί μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ως εκπρόσωπος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών.
Ο Δημήτρης Δραγατάκης πέθανε ξαφνικά, εν μέσω των δημιουργικών του δραστηριοτήτων στις 18 Δεκεμβρίου του 2001.
Ο ΣΥΝΘEΤΗΣ
Ο Δημήτρης Δραγατάκης υπήρξε παραγωγικότατος συνθέτης. Έγραψε μουσική για τα περισσότερα
μουσικά είδη, με το συνολικό αριθμό των έργων του να υπερβαίνει τα 140. Οι πρώτες του συνθέσεις χρονολογούνται πριν το 1940 και οι τελευταίες το 2001, έτος θανάτου του. Το πρώτο του χρονολογημένο έργο Κουαρτέτο εγχόρδων αρ.1, το 1957, είχε ήδη τη σφραγίδα της ωριμότητας. Το γεγονός ότι άρχισε να συνθέτει σε μεγάλη σχετικά ηλικία (40-42 ετών), αφού είχε ήδη κατασταλάξει σε μια στάση ζωής, συνέβαλε, επίσης, στο να διατηρήσει ακέραια την ελληνική του οντότητα μέσα στα πρωτοποριακά ρεύματα της εποχής. Από το 1958 ο Δραγατάκης δραστηριοποιείται πλέον έντονα ως συνθέτης και γράφει συστηματικά έργα, πολλά από τα οποία διακρίνονται σε Πανελλήνιους Διαγωνισμούς, και παρακολουθεί με κάθε δυνατό τρόπο (ραδιόφωνο, συναυλίες, διαλέξεις) τις συνθετικές τάσεις της εποχής του, προσεγγίζοντας σταδιακά τα σύγχρονα μουσικά ρεύματα.
Παρά την αρχική μαθητεία του με τους Λ. Ζώρα και Μ. Καλομοίρη, δεν ταυτίστηκε ποτέ με το ύφος της Εθνικής Μουσικής Σχολής· ψήγματα αυτού του ύφους εντοπίζονται μόνο σε κάποια από τα πρώτα έργα του. Αντίθετα, υπήρξε κυρίως ένας αυτοδίδακτος συνθέτης, καθώς οι επιδράσεις από τη μουσική του τόπου καταγωγής του, τα μουσικά ρεύματα της εποχής του (η μουσική πρωτοπορία των δεκαετιών του ’60 και του ’70) και κυρίως η προσωπική του αντίληψη για τη μουσική τέχνη διαμόρφωσαν ουσιαστικά τη δημιουργική του γλώσσα.
Η σημασία του έργου του Δραγατάκη είναι ωστόσο ανεξάρτητη από το ίδιο το πλήθος των έργων του ή τον αριθμό των διακρίσεων που έλαβε κατά τη διάρκεια της ζωής του. Η αποδοχή και η αναγνώριση που κέρδισε η μουσική του Δραγατάκη είναι κυρίως αλληλένδετη με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του δημιουργού της. Ο Δραγατάκης ήταν ένας δημιουργός σύγχρονος, που αφουγκραζόταν τα μηνύματα της εποχής του και τα εξέφραζε μέσα από τη μουσική του· επίσης ένας δημιουργός βαθιά Έλληνας, που ενέτασσε σταθερά την ελληνική μουσική παράδοση και ιδιαίτερα την ηπειρώτικη μέσα στο έργο του. Τέλος, υπήρξε ένας δημιουργός ανθρωπιστής, που ήθελε η τέχνη να προσεγγίζει το μέσο άνθρωπο και να μην απευθύνεται μόνο στους «ειδικούς».
ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ & ΤΙΜΗΤΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ - ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ
Αρκετά έργα του διακρίνονται σε Πανελλήνιους Διαγωνισμούς: Κουαρτέτο εγχόρδων αρ.1 (1957): Εύφημος Μνεία στον Α΄ Πανελλήνιο Διαγωνισμό Σύνθεσης της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών (1958), Συμφωνία αρ.1 (1959): Β΄ Βραβείο (κατηγορία συμφωνικών έργων) του Πανελλήνιου Διαγωνισμού Σύνθεσης Σοβαρής Μουσικής του Ελληνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (Ε.Ι.Ρ.) 1962, Κουαρτέτο εγχόρδων αρ.3 (1960): Β΄ Βραβείο (κατηγορία έργων μουσικής δωματίου) του Πανελλήνιου Διαγωνισμού Σύνθεσης Σοβαρής Μουσικής του Ε.Ι.Ρ. (1962), Τρίο για όμποε, κλαρινέτο και φαγκότο (1962): Α΄ Έπαινος (παμψηφεί) του Α΄ Πανελλήνιου Διαγωνισμού Σύνθεσης της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών “Επαθλον Μ. Καλομοίρη” (1964), “Οδυσσέας και Ναυσικά”- Σουίτα μπαλλέτου αρ.2, (1964): Α΄ Βραβείο στο Διαγωνισμό Μουσικής του Πανελλήνιου Διαγωνισμού Χοροδράματος, που οργανώθηκε απ’ το Ελληνικό Χορόδραμα, την Περιηγητική Λέσχη και το περιοδικό “Ταχυδρόμος” (1965), Συμφωνία αρ.5 (1979-80): Α΄ Βραβείο (κατηγορία έργων συμφωνικής μουσικής) του Α΄ Πανελλήνιου Διαγωνισμού Σύνθεσης Έργων Έντεχνης Μουσικής του Υπουργείου Πολιτισμού (1981), Συμφωνία αρ.6 (1989): Γ΄ Βραβείο στο Διαγωνισμό Σύνθεσης Συμφωνικού Έργου του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων, με θέμα την Εθνική Παλιγγενεσία (1991).
Τον Αύγουστο του 1988 πραγματοποιείται η πρώτη τιμητική εκδήλωση για το συνθέτη Δημήτρη Δραγατάκη από τον Πολιτιστικό Σύλλογο της γενέτειράς του, Πλατανούσας, ενώ λίγο νωρίτερα, τον Ιούνιο του 1988 απονέμεται στο συνθέτη και τη σύζυγό του Αναμνηστικό Μετάλλιο για τη συμμετοχή τους στην Εθνική Αντίσταση. Στη συνέχεια ακολουθούν δεκάδες άλλες μέχρι σήμερα: Δήμου Νίκαιας (1991), Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών - Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών - Συλλόγου «Μ. Καλομοίρης» (1992), Συλλόγου Καθηγητών Ωδείων Αναγνωρισμένων (2001), Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (2001), περιοδικού “Πολυφωνία” (2002), Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών (2002), περιοδικού της Ε.Ε.Μ. “Μουσικής Πολύτονον” (2006-7), κ.λ.π. Το έτος 2014 ανακηρύχθηκε από την Ε.Ε.Μ. σε συνεργασία με το Σύλλογο Φίλων Δ. Δραγατάκη, ως «έτος Δημήτρη Δραγατάκη», λόγω της συμπλήρωσης 100 ετών από τη γέννησή του. Πολλοί φορείς ανταποκρίθηκαν με ενθουσιασμό και οργάνωσαν καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς εκδηλώσεις αφιερωμένες στη ζωή και το έργο του (Ινστιτούτο Γκαίτε, Εθνική Λυρική Σκηνή, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Δήμος Βορείων Τζουμέρκων, Δήμος Αθηναίων, Ελληνικές Μουσικές Γιορτές σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, κλπ.
Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ
Ο Δημήτρης Δραγατάκης ανήκει στους καλλιτέχνες εκείνους, που με πίστη στο δημιουργικό τους ένστικτο και με ακάματη προσπάθεια, ξεπερνούν κάθε αντιξοότητα και πραγματώνουν το προσωπικό τους όραμα συχνά ενάντια σε όλες τις προβλέψεις, αποτελώντας γνήσιο πρότυπο για τις επόμενες γενιές.
Στο ίδιο πλαίσιο έγκειται και η βαθιά ευαισθητοποίηση του Δραγατάκη απέναντι στους συνθέτες της νέας γενιάς. Πεπεισμένος για την πηγαιότητα της δημιουργικότητας και για τη μη δυνατή ουσιαστικά διδασκαλία της σύνθεσης, όντας “αυτοδίδακτος” συνθέτης και ο ίδιος, πρότεινε στους μαθητές του να αναζητούν, να δοκιμάζουν και να καταλήγουν σε ένα προσωπικό ύφος, άμεσα ενταγμένο στην εποχή τους και τις ανάγκες της. Υπέρμαχος της ελευθερίας σκέψης και έκφρασης, υποστήριζε οτιδήποτε νέο και καινοτόμο, με μοναδική προϋπόθεση τη συνέχεια και τη συνέπεια. Με αυτά τα χαρακτηριστικά αποτέλεσε πρότυπο αυτόφωτου καλλιτέχνη, ο οποίος όχι μόνο ενσάρκωσε το όραμά του για μια μουσική δημιουργία απαλλαγμένη από κανόνες και συστήματα, επικεντρωμένη στην κατανοητή έκφραση του τόπου και του χρόνου, αλλά και έδειξε το δρόμο στις νεώτερες γενιές συνθετών, ώστε με πίστη στο στόχο τους να επιδιώκουν την καλλιτεχνική τους αυτοπραγμάτωση πάντα, ωστόσο, με γνώμονα ανθρωπιστικό.
Στην απαρέγκλιτη συνέπεια της κοσμοθεωρίας του και στην υψηλή ποιότητα της δημιουργίας του έγκειται η καίρια συνεισφορά του Δημήτρη Δραγατάκη στην ελληνική μουσική. Επιπλέον, στο δίδαγμα της ζωής και της καλλιτεχνικής του πορείας έγκειται η δυνατότητα επαναδιαπραγμάτευσης των αξιών και των στόχων μας, όχι μόνο ατομικά, αλλά και κοινωνικά.